top of page

TO MATI

ΚΕΡΑΡΟΕΙΔΙΣ.jpg

ΚΕΡΑΤΟΕΙΔΗΣ

ΜΑΤΙ_edited.jpg

MATI

ΚΡΥΣΤΑΛΟΕΙΔΗΣ ΦΑΚΟΣ.jpg

ΚΡΥΣΤΑΛΟΕΙΔΗΣ ΦΑΚΟΣ

ς ίριδα, ονομάζεται στην ανατομία του οφθαλμού το δισκοειδές διάτρητο διάφραγμα στην πρόσθια μοίρα του οφθαλμού που βρίσκεται μεταξύ του κερατοειδή χιτώνα και του φακού και στο μέσον της οποίας βρίσκεται το άνοιγμα της κόρης. Ο ρόλος της είναι να ρυθμίζει την ποσότητα του φωτός που μπαίνει στο μάτι και φτάνει στον αμφιβληστροειδή, συστελλόμενη όταν το φως είναι άφθονο και διαστελλόμενη όταν είναι λίγο, βοηθώντας έτσι την όραση και την αίσθηση βάθους. Αυτό είναι εφικτό λόγω του ότι η ίριδα αποτελείται από μυικό ιστό. Αποτελεί τμήμα του ραγοειδή χιτώνα του ματιού.

Ο κερατοειδής χιτώνας είναι το διαφανές μπροστινό μέρος του ματιού το οποίο καλύπτει την ίριδα, την κόρη και τον πρόσθιο θάλαμο. Ο κερατοειδής χιτώνας, με τον πρόσθιο θάλαμο και τον φακό, διαθλούν το φως, με τον κερατοειδή χιτώνα να αποτελεί περίπου τα 2/3 της συνολικής οπτικής ισχύος του ματιού. Στους ανθρώπους, η διαθλαστική ισχύς του κερατοειδή χιτώνα είναι περίπου 43 διόπτρες. Ενώ ο κερατοειδής χιτώνας συνεισφέρει περισσότερο στην ισχύ εστίασης, η εστίαση του είναι συγκεκριμένη. Η καμπυλότητα του φακού, από την άλλη, μπορεί να ρυθμιστεί ώστε να προσαρμοστεί η εστίαση ανάλογα με την απόσταση του αντικειμένου. Οι ιατρικοί όροι που σχετίζονται με τον κερατοειδή χιτώνα συνήθως ξεκινούν με την πρόθεση "κερατ" από την ελληνική λέξη κέρας.

ΥΑΛΩΔΕΣ ΣΩΜΑ.jpg

ΥΑΛΩΔΕΣ ΣΩΜΑ

Το υαλοειδές σώμα είναι ένα διαυγές άχρωμο, ζελατινώδους υφής υλικό, που βρίσκεται στην κοιλότητα του βολβού μεταξύ του φακού και του αμφιβληστροειδή. Περιέχει ελάχιστα κύτταρα, δεν έχει αγγεία και το 99% είναι νερό με άλατα, γλυκόζη και λίγες ίνες κολλαγόνου. 


Με την πάροδο της ηλικίας το υαλοειδές ρευστοποιείται και χάνει την ζελατινώδη υφή του με αποτέλεσμα κύτταρα ή άλλα οργανικά σωματίδια να επιπλέουν ελεύθερα δημιουργώντας την εντύπωση μυγών που πετούν  (μυοψίες).

Αν και το υαλοειδές βρίσκεται σε στενή επαφή με τον αμφιβληστροειδή δεν είναι προσκολλημένο σε όλη την επιφάνεια του, παρά μόνο στην περιφέρεια, κατά μήκος των αγγείων και κυρίως στην περιοχή του οπτικού νεύρου. Αν το υαλοειδές ρευστοποιηθεί μπορεί να ξεκολλήσει από τον αμφιβληστροειδή και τότε το σημείο της σταθερής πρόσφυσης παραμένει στην οπίσθια επιφάνεια του υαλοειδούς, που πλέον αιωρείται και δίνει την εντύπωση ενός στρογγυλού ή επιμήκους μαύρου στίγματος που περιγράφεται σαν αράχνη ή μύγα.

ΙΡΙΔΑs.jpg

ΙΡΙΔΑ

Η ίριδα, ονομάζεται στην ανατομία του οφθαλμού το δισκοειδές διάτρητο διάφραγμα στην πρόσθια μοίρα του οφθαλμού που βρίσκεται μεταξύ του κερατοειδή χιτώνα και του φακού και στο μέσον της οποίας βρίσκεται το άνοιγμα της κόρης. Ο ρόλος της είναι να ρυθμίζει την ποσότητα του φωτός που μπαίνει στο μάτι και φτάνει στον αμφιβληστροειδή, συστελλόμενη όταν το φως είναι άφθονο και διαστελλόμενη όταν είναι λίγο, βοηθώντας έτσι την όραση και την αίσθηση βάθους. Αυτό είναι εφικτό λόγω του ότι η ίριδα αποτελείται από μυικό ιστό. Αποτελεί τμήμα του ραγοειδή χιτώνα του ματιού.

ΑΜΦΙΒΛΗΣΤΡΟΕΙΔΗΣ.jpg

ΑΜΦΙΒΛΗΣΤΡΟΕΙΔΗΣ

Ο αμφιβληστροειδής είναι ένας χιτώνας που καλύπτει το πίσω μέρος του οφθαλμού. Είναι υπεύθυνος για τη μετατροπή του οπτικού σήματος σε ηλεκτρικό, το οποίο στη συνέχεια θα το επεξεργαστεί ο εγκέφαλος ώστε να μετατραπεί σε εικόνα. Τα κύτταρα που είναι υπεύθυνα για αυτή τη μετατροπή είναι οι φωτοϋποδοχείς. Το σήμα από τους φωτοϋποδοχείς μεταβιβάζεται στα γαγγλιακά κύτταρα μέσω των δίπολων κυττάρων και έτσι η πληροφορία φτάνει μέχρι το οπτικό νεύρο και από εκεί στον εγκέφαλο.

Ο βολβός του ματιού έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε το φως να φτάνει στο αμφιβληστροειδή με την ελάχιστη δυνατή παραμόρφωση. Ο αμφιβληστροειδής απορροφά το φως που φτάνει σε αυτόν με τους φωτοϋποδοχείς. Υπάρχουν δύο τύποι υποδοχέων, τα ραβδία ή ραβδιοφόρα κύτταρα και τα κωνία ή κωνιοφόρα κύτταρα, τα οποία, όπως και ο υπόλοιπος αμφιβληστροειδής έχουν νευρική προέλευση, καθώς αναπτύσσονται από το νευρικό εξώδερμα. Όμως, σε αντίθεση με τον εγκέφαλο αυτό καθέ αυτό, ο αμφιβληστροειδής έχει απλούστερη στιβαδωτή δομή, γεγονός που το καθιστά ιδανικό για μελέτες σχετικά με τον τρόπο που γίνεται η επεξεργασία πληροφοριών από νευρωνικά κυκλώματα.

ΩΧΡΑ ΚΗΛΙΔΑ.jpg

ΩΧΡΑ ΚΗΛΙΔΑ

Η ωχρή κηλίδα (macula lutea, που στα λατινικά luteus σημαίνει ωχρός, κίτρινος) είναι ένας ελλειπτικός κίτρινος σχηματισμός κοντά στο κέντρο του αμφιβληστροειδούς του ανθρώπινου ματιού. Έχει διάμετρο περίπου 1,5 mm και από ιστολογικής άποψης δομείται από δυο ή περισσότερες γαγγλιακές στιβάδες που περιέχουν γαγγλιακά κύτταρα. Κοντά στο κέντρο της βρίσκεται το κεντρικό βοθρίο, μια μικρή περιοχή που περιέχει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση κωνίων στο μάτι και είναι υπεύθυνη για την κεντρική όραση.

Το σημείο αυτό του αμφιβληστροειδούς ειδικεύεται στην οξεία όραση. Το κεντρικό βοθρίο περιέχει κωνία (φωτοϋποδοχείς μεγάλης οξύτητας) σε μεγάλη πυκνότητα. Αν και η απώλεια της περιφερειακής όρασης μπορεί να περάσει απαρατήρητη για κάποιο διάστημα, οποιαδήποτε βλάβη στην ωχρή κηλίδα θα έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια της κεντρικής όρασης, που συνήθως γίνεται αμέσως αντιληπτή. Η προοδευτική καταστροφή της ωχρής κηλίδας είναι μια ασθένεια γνωστή ως εκφύλιση της ωχράς κηλίδας.

ΟΠΤΙΚΟ ΝΕΥΡΟ.jpg

ΟΠΤΙΚΟ ΝΕΥΡΟ

Το οπτικό νεύρο είναι σημαντικό κρανιακό νεύρο.[1]. Η πορεία του είναι από τον οφθαλμικό βολβό προς τον εγκέφαλο που αποτελούνται από 1 εκατομμύριο ίνες και χωρίζεται σε τέσσερα τμήματα: στο ενδοκογχικό, στο διοφθαλμικό, στο ενδοκρινικό και στο ενδοτρηματικό. Το οπτικό νεύρο περνάει επίσης από τέσσερις "δοκιμασίες" για την αξιόλογη λειτουργική ακεραιότητα και τον εντοπισμό από διαταραχές στο οπτικό νεύρο[ασαφές]. Αυτό που μπορεί να βλάψει το οπτικό νεύρο είναι ένας τραυματισμός και το γλαύκωμα και άμα είναι σε σοβαρή κατάσταση οι νευρικές ίνες δεν αναπτύσσονται ξανά[2]. Επίσης το μάτι έχει τα μακροφάγα κύτταρα τα οποία μπορούν να αποβάλουν τοξικές χημικές ουσίες οι οποίες μπορούν να σκοτώσουν τα νευρικά κύτταρα με αποτέλεσμα να αρχίζει να μειώνεται η όραση

bottom of page